Έμφυλη ταυτότητα - Ηθικά και νομικά διλήμματα στον απόηχο της ψήφισης του νόμου 4491/2017
Ο ψηφισθείς από την ελληνική Βουλή και δημοσιευθείς την 13η Οκτωβρίου νόμος 4491/2017 με τίτλο «Νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, Εθνικός Μηχανισμός Εκπόνησης, Παρακολούθησης και Αξιολόγησης των Σχεδίων Δράσης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και άλλες διατάξεις» προβλέπει το δικαίωμα αναγνώρισης της ταυτότητας του φύλου, με κριτήριο την υποκειμενική αίσθηση με την οποία το βιώνει καθένας, ανεξαρτήτως του φύλου εκείνου που καταχωρίσθηκε κατά τη γέννησή του, με βάση τα βιολογικά του χαρακτηριστικά. Οι εν λόγω διατάξεις του νόμου δε θεσπίσθηκαν με τη λογική της νομικής κατοχύρωσης παγιωμένων σε ευρεία κοινωνική βάση αξιών, αλλά με εκείνη της χάραξης νέων ηθικών κατευθύνσεων. Αναπόδραστα, λοιπόν, συνεφέλκονται με τη δημιουργία οξύτατων αντιδράσεων, σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Η διαπίστωση πως οι διαπαλαίουσες απόψεις σχηματίσθηκαν, ως επί το πλείστον, ως απότοκο συναισθηματικών παρορμήσεων, διαμορφωμένων στη βάση των προσωπικών βιωμάτων καθενός, δηλαδή ως απόρροια περισσότερο της τυχαιότητας και λιγότερο της έλλογης επεξεργασίας των δεδομένων, δημιουργεί την πρόκληση μιας εμβριθούς προσέγγισης του ζητήματος.
Επειδή μόνον έωλοι λογικοί συλλογισμοί αναπτύσσονται επί σαθρού γνωστικού υποβάθρου, επιχειρείται, εισαγωγικώς, πρώτον, η αποσαφήνιση κομβικών για την κατανόηση του θέματος εννοιών, και, δεύτερον, η παρουσίαση της προϊσχύουσας και ισχύουσας νομικής πραγματικότητας που το πλαισιώνει. Ως προς το πρώτο σκέλος, επισημαίνεται πως παρατίθεται το επικρατέστερο, αλλά όχι πάντοτε σύμφωνο με την άποψη της γράφουσας, περιεχόμενο των κρίσιμων όρων.
Εννοιολογικές διευκρινίσεις
Εν πρώτοις, καίρια είναι η διάκριση μεταξύ βιολογικού (sex) και κοινωνικού (gender) φύλου. Το πρώτο καθορίζεται από την ανατομία του ανθρώπινου σώματος, κυρίως από το είδος των γεννητικών οργάνων που αυτό διαθέτει. Έτσι, οι άνδρες φέρουν συνήθως χρωμοσώματατύπου ΧΥ, ενώ οι γυναίκες χρωμοσώματα ΧΧ. Από την άλλη, το κοινωνικό φύλο διακρίνεται βάσει των συμπεριφορών εκείνων που υιοθετεί το άτομο, αναλόγως του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του. Με κριτήριο το αν η κοινωνία αποδίδει τα χαρακτηριστικά αυτών των συμπεριφορών σε έναν άνδρα ή μια γυναίκα, προσδιορίζεται και η αντίστοιχη ταυτότητα του φύλου. Μάλιστα, ευρέως υποστηρίζεται πως το κοινωνικά φύλο δεν επιδέχεται πάντοτε τον χαρακτηρισμό ανδρικό ή γυναικείο, καθ’ ότι κάποιος μπορεί να εκδηλώνει συμπεριφορές που προσιδιάζουν και στα δύο βιολογικά φύλα. Γίνεται δε από πολλούς δεκτό πως η έννοια του κοινωνικού φύλου δεν είναι αποκλειστικώς συνυφασμένη με το σεξ, διότι τα κρίσιμα χαρακτηριστικά επεκτείνονται σε ολόκληρο το φάσμα της ψυχοκοινωνικής ανθρώπινης υπόστασης.
Ο όρος «trans» ή «transgender» ή «διαφυλικός» ή «διεμφυλικός» αποδίδεται στο άτομο εκείνο του οποίου το βιολογικό φύλο δεν ταυτίζεται με το κοινωνικό. Για λόγους σεβασμού του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού τους, ένας, από βιολογικής άποψης, άνδρας που επιθυμεί να χαρακτηρίζεται γυναίκα καλείται «μία» τρανς και αντιστρόφως. Αναλόγως με τον αν το διεμφυλικό άτομο είναι ομοφυλόφιλο, ετεροφυλόφιλο, αμφιφυλόφιλο ή ασεξουαλικό, συνουσιάζεται με άτομα του αντίθετου, του ίδιου, και των δύο φύλων ή έχει ανύπαρκτη σεξουαλική δραστηριότητα, αντιστοίχως. Επιπλέον, είναι πιθανό να έχει υποβληθεί σε εγχείρηση αλλαγής φύλου, σε διαδικασία χορήγησης ορμονών ή να μην έχει προβεί σε καμία σχετική ενέργεια. Όλες οι δυνατές περιπτώσεις σεξουαλικού προσανατολισμού των διαφυλικών θα μπορούσαν, σχηματικά, να απεικονισθούν ως εξής:
Βιολογικόφύλο | Κοινωνικόφύλο | Ερωτικόςσύντροφος | Χαρακτηρισμός |
Άνδρας | Γυναίκα | Άνδρας | Ετεροφυλόφιλη |
Άνδρας | Γυναίκα | Γυναίκα | Ομοφυλόφιλη |
Άνδρας | Γυναίκα | Άνδρας, γυναίκα | Αμφιφυλόφιλη |
Άνδρας | Γυναίκα | Ασεξουαλική | |
Γυναίκα | Άνδρας | Γυναίκα | Ετεροφυλόφιλος |
Γυναίκα | Άνδρας | Άνδρας | Ομοφυλόφιλος |
Γυναίκα | Άνδρας | Γυναίκα, άνδρας | Αμφιφυλόφιλος |
Γυναίκα | Άνδρας | Ασεξουαλικός |
Συνάγεται, επομένως, πως καθοριστικό στοιχείο για την απόδοση του όρου «διεμφυλικός» σε ένα πρόσωπο είναι η ψυχική στάση του ιδίου και όχι το φύλο εκείνου με τον οποίο συνευρίσκεται. Ακόμη, προς αποφυγή συγχύσεως μεταξύ ομοφυλοφιλικής και τρανς ομοφυλοφιλικής κοινότητας, διευκρινίζεται πως στην πρώτη περίπτωση συμπίπτουν τα βιολογικά φύλα του ερωτικού ζεύγους, ενώ στη δεύτερη τα κοινωνικά. Για παράδειγμα, ένας γεννημένος άνδρας που συνουσιάζεται με γυναίκες καλείται ετεροφυλόφιλος, εφόσον βιώνει το φύλο του ως αρσενικό, αλλά τρανς ομοφυλόφιλη, στην αντίθετη περίπτωση. Αντιστοίχως, στην περίπτωση που έρχεται σε ερωτική επαφή με άνδρες, χαρακτηρίζεται ως ομοφυλόφιλος, αν αποδέχεται πως είναι άνδρας και κοινωνικώς, ειδάλλως πρόκειται για τρανς ετεροφυλόφιλη.
Επιμέρους κατηγορία διεμφυλικών ατόμων αποτελούν οι «transexual» ή «φυλομεταβατικοί», εκείνοι δηλαδή οι οποίοι διαφέρουν ως προς το ότι, αφενός, σκέπτονται να προβούν ή έχουν ήδη προβεί σε – μερική ή πλήρη – φυλομεταβάση και, αφετέρου, αποδέχονται το δυαδικό σύστημα των φύλων, σε αντίθεση με τους υπολοίπους, οι οποίοι, πιθανώς, τοποθετούνται σε κάποιο ενδιάμεσο σημείο μεταξύ των άκρων αυτού του διπόλου.
Τέλος, «τραβεστί» (εκ της λατινικής λέξεως «vestis», που σημαίνει «ρούχο») ή «παρενδυτικά» καλούνται τα άτομα, κατά κύριο λόγο άνδρες, που αρέσκονται να ντύνονται με ρούχα του αντίθετου βιολογικού φύλου. Η κοινωνική αυτή ομάδα δε σχετίζεται πάντοτε με το υπό κρίσιν ζήτημα της έμφυλης ταυτότητας, διότι οι ενδυματολογικές επιλογές και, εν γένει, η εμφάνιση κατά τα πρότυπα του αντίθετου βιολογικού φύλου δεν πηγάζει, απαραίτητα, από ενδόμυχη ταύτιση με το φύλο το οποίο υποδύονται.